Παλεύουν κόντρα στα αδιέξοδα
Η Ανοιχτή Γραμμή με Μεσίτες & Πράκτορες “μετακομίζει” αυτό το μήνα στη Θεσσαλονίκη –με αφορμή και τη φετινή περιοδική έκδοση Μεσίτες & Πράκτορες της Θεσσαλονίκης– και συνομιλεί με τις κυρίες Γεωργία Βακάλη και Μαρία Κιουρτσίδου και τους κ.κ. Γιάννη Ατματζίδη, Γιάννη Καμπούρογλου, Παναγιώτη Κανελάκη, Γιώργο Κόπτση, Κωνσταντίνο Μυλωνά, Βαγγέλη Μίχο, Δημήτρη Παπαθανασόπουλο, Χρήστο Πάπογλου και Γρηγόρη Τσιμπιρίδη, αλλά και με τον πραγματογνώμονα κ. Χρήστο Γκλαβόπουλο. Οι 12 αυτοί επαγγελματίες της αγοράς μάς βοηθούν να συνθέσουμε την εικόνα της πόλης και της ασφαλιστικής αγοράς της. Μια εικόνα που συμπληρώνει τη συνολική της ασφαλιστικής αγοράς, κομμάτι της οποίας είναι, καταδεικνύοντας, ταυτόχρονα, ότι δεν είναι τίποτα άλλο από μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, με τα αδιέξοδα και τα προβλήματά της, που προσπαθεί να βρει το βηματισμό της στις νέες συνθήκες και να επιβιώσει.
Η κρίση συρρικνώνει την αγορά
Σε μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, της οποίας τα οικονομικά προβλήματα είχαν ξεκινήσει πολύ πριν ξεσπάσει η δημοσιονομική κρίση, με τζίρους και μισθολογικά επίπεδα αισθητά χαμηλότερα από της πρωτεύουσας και με μία ασφαλιστική αγορά που δουλεύει ως επί το πλείστον με τη μεσαία τάξη, η οποία αυτή τη στιγμή πλήττεται και αγωνιά για το μέλλον, η συρρίκνωση της τοπικής ασφαλιστικής αγοράς είναι γεγονός και η δουλειά των επαγγελματιών της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σκληρότερη από ποτέ.
Τόσο οι ασφαλίσεις επιχειρήσεων όσο και εκείνες των ιδιωτών βαίνουν συνεχώς μειούμενες, όσο η ανεργία αυξάνει, οι μισθοί μειώνονται, η αγοραστική δύναμη και η εμπορική κίνηση πέφτει και τα λουκέτα επιχειρήσεων και καταστημάτων πληθαίνουν.
Ακόμα και ο κλάδος αυτοκινήτου –«η βενζίνη της αγοράς»– δεν έχει μείνει ανεπηρέαστος. Και στη συμπρωτεύουσα, τα ανασφάλιστα αυξάνονται επικίνδυνα –με σημαντικό κόστος για την Κοινωνία και το Επικουρικό Κεφάλαιο–, όλο και περισσότεροι ιδιοκτήτες αυτοκινήτων παραδίδουν πινακίδες και βεβαίως δεν ανανεώνουν την ασφάλισή τους, ενώ πληθαίνει η …μετανάστευση στη γειτονική Βουλγαρία, προς αναζήτηση πινακίδων και χαμηλότερου ασφαλίστρου.
Αναβρασμός στα ασφαλιστικά γραφεία
Στα ασφαλιστικά γραφεία επικρατεί έντονος αναβρασμός, ο οποίος δεν είναι πάντα …παραγωγικός, με την κλασική έννοια του όρου.
«Ο καθημερινός στόχος παραμένει η αύξηση του χαρτοφυλακίου μας», μας λέει ο κ. Σ. Αλεκοζίδης, «υπό τις παρούσες, όμως, συνθήκες, πρώτο μέλημα όλων είναι η διατήρηση του υπάρχοντος πελατολογίου».
Για να γίνει αυτό οι διαμεσολαβητές προσθέτουν ή αφαιρούν παροχές και καλύψεις, σύμφωνα με την αγοραστική δύναμη του πελάτη, προσπαθώντας παράλληλα να μην παραβλέπουν τις πραγματικές ανάγκες του. Παράλληλα, προτείνουν νέα, πιο οικονομικά προϊόντα, που κρίνουν ότι του είναι αναγκαία.
Την ίδια στιγμή, πολλοί είναι εκείνοι που συνειδητοποιούν τα οφέλη και τις ευκαιρίες που προκύπτουν από τη γειτνίαση με πολλές χώρες, όπου μπορούν να αναπτύξουν εργασίες. «Ήδη πράκτορες της Θεσσαλονίκης έχουν γραφεία σε Βουλγαρία και Τουρκία», μας λέει ο κ. Γ. Κόπτσης, ο οποίος θεωρεί ότι «ο Έλληνας είναι δραστήριος? θα βρει λύσεις».
Στην εσωτερική αγορά, πάντως, το να πείσεις τον πελάτη για την αναγκαιότητα της ασφάλισης είναι όλο και πιο δύσκολο, καθώς η αγορά ακόμα βιώνει τους κραδασμούς από τις ανακλήσεις αδειών ασφαλιστικών εταιρειών, ενώ «το πρόσφατο κλείσιμο του γραφείου του Επικουρικού στη Θεσσαλονίκη δεν βοηθά στην άμβλυνση της ήδη υπάρχουσας δυσπιστίας για το θεσμό της ασφάλισης», όπως επισημαίνει ο κ. Π. Κανελάκης.
Ακόμα πιο δύσκολο είναι το να εισπράξεις, δεδομένων των συνθηκών. «Το εισπρακτικό καταλαμβάνει ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου ενός ασφαλιστικού γραφείου», επισημαίνει σχετικά και ο κ. Κ. Μυλωνάς, ο οποίος τονίζει: «Καθώς οι επισφάλειες είναι μεγάλες, στόχος μας είναι, αφενός, να διατηρήσουμε τους πελάτες και, αφετέρου, να εισπράξουμε σωστά. Μόνο έτσι αποδίδει πλέον η δουλειά μας».
«Φροντίζω ο πελάτης να είναι ευχαριστημένος σε όλες τις φάσεις, έτσι ώστε να τον διατηρήσω», μας λέει και ο κ. Γ. Ατματζίδης, «αλλά δεν σας κρύβω ότι κάποιους δύσκολους στην πληρωμή πελάτες πλέον τους διώχνω». Και αυτό επιλέγουν να κάνουν οι περισσότεροι, αφού τα στενά περιθώρια που δίνουν πλέον οι εταιρείες στην απόδοση των ασφαλίστρων δεν τους αφήνουν περιθώρια να είναι ελαστικοί.
Η είσπραξη, η απόδοση, τα προβλήματα
Όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι επαγγελματίες, η κρίση έβγαλε στην επιφάνεια πολλά προβλήματα της ασφαλιστικής αγοράς. Και το θέμα της είσπραξης και της απόδοσης των ασφαλίστρων ήταν ένα από αυτά –και ίσως το πιο σημαντικό.
Σε αρκετές περιπτώσεις αποκαλύφθηκαν “ανοίγματα” που δεν δικαιολογούνταν και αποδείχτηκε ότι αρκετοί επαγγελματίες δεν έκαναν σωστή διαχείριση των χρημάτων των πελατών τους.
Από την άλλη, όμως, η απότομη μείωση των χρόνων απόδοσης, σε συνδυασμό με τη δυσπραγία της αγοράς, έφερε σε αδιέξοδο και αρκετούς σωστούς επαγγελματίες, οι οποίοι καλούνται πολλές φορές να πληρώσουν ασφάλιστρα που δεν έχουν ακόμα εισπράξει.
Όπως μας εξηγούν κάποιοι από τους συνομιλητές μας, πολλοί ήταν εκείνοι που ακριβώς επειδή είχαν μεγάλο χρονικό περιθώριο να αποδώσουν τα ασφάλιστρα, έδιναν και οι ίδιοι μεγάλο χρόνο εξόφλησης στους πελάτες τους, ειδικά όταν επρόκειτο για επιχειρήσεις. Καθώς οι συνθήκες στην αγορά δυσκόλεψαν και οι πελάτες άρχισαν να καθυστερούν ή να αδυνατούν να πληρώσουν, οι επαγγελματίες αυτοί βρέθηκαν εκτεθειμένοι απέναντι στις εταιρείες τους.
Ακόμα και αυτοί που δούλευαν ούτως ή άλλως με μικρά περιθώρια χρόνου και δεν έχουν “ανοίγματα”, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην είσπραξη και θεωρούν ότι το συγκεκριμένο μέτρο θα έπρεπε να εφαρμοστεί σιγά-σιγά και οι εταιρείες να μην είναι τόσο αδιάλλακτες.
«Κάποια στιγμή η αγορά θα πρέπει να νοικοκυρευτεί, όμως, είναι πολύ σύντομο το χρονικό διάστημα για τόσο αυστηρές αλλαγές και χωρίς, μάλιστα, να λαμβάνεται υπόψη ο παράγων “κρίση”», τονίζουν οι περισσότεροι.
Μάλιστα, στο επιχείρημα των εταιρειών, ότι είναι θέμα Solvency II, απαντούν ότι αυτό δεν θα εφαρμοστεί πριν το 2013 και πολλά πράγματα ενδέχεται να αλλάξουν, δεδομένων των δύσκολων συνθηκών πανευρωπαϊκά.
Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμούν ότι το διάστημα των 7-15 ημερών για την απόδοση των ασφαλίστρων δεν είναι ρεαλιστικό, αφού, όπως επισημαίνουν, δεν προλαβαίνουν να γίνουν ούτε τα διαδικαστικά. Από την άλλη, και το δίμηνο, υπό τις παρούσες συνθήκες, πολλούς τους δυσκολεύει.
Στην πλειοψηφία τους, μάλιστα, δεν έχουν αντίρρηση να φύγει η είσπραξη από τους ίδιους. «Ας πουν, όμως, οι εταιρείες ότι από 1/1 θα εισπράττουν οι ίδιες και για όλες τις προηγούμενες οφειλές ας κάνουν έναν διακανονισμό με τους διαμεσολαβητές», προτείνει η κα Μ. Κιουρτσίδου.
Οι διακανονισμοί αυτοί, βεβαίως είναι ένα θέμα, αφενός, γιατί, όπως μας επισημάνθηκε από πολλούς επαγγελματίες, αρκετές εταιρείες δεν φαίνεται να θέλουν να προχωρήσουν σε κάτι τέτοιο, πιστές στην αυστηρή πολιτική που έχουν υιοθετήσει, ενώ άλλες, για να τους δεχτούν, ζητούν μείωση των προμηθειών.
Σε αδιέξοδο
Η κρίση, από τη μια, και η αυστηρή εισπρακτική πολιτική, από την άλλη, έχουν οδηγήσει ένα μεγάλο αριθμό διαμεσολαβητών σε αδιέξοδο. Αρκετά ασφαλιστικά γραφεία έχουν ήδη κατεβάσει ρολά και ακόμα περισσότερα θα ακολουθήσουν –σε 20% υπολογίζει τη μείωση των διαμεσολαβητών το επόμενο διάστημα ο κ. Σ. Αλεκοζίδης.
«Πολλοί από μας αποδειχτήκαμε ανέτοιμοι να παρακολουθήσουμε τις αλλαγές και σε συνδυασμό με την αυστηρή πολιτική των εταιρειών ήταν επόμενο να βρεθούμε σε αδιέξοδο», επισημαίνει ο κ. Β. Μίχος.
Το πρόβλημα εντοπίζεται, κυρίως, στους μικρούς, μεμονωμένους πράκτορες, οι οποίοι λυγίζουν, εκτός των άλλων, και από το βάρος της φορολόγησης και των εξόδων διαχείρισης των γραφείων τους. Αυτοί, αν δεν αποφασίσουν να εγκαταλείψουν το επάγγελμα, επιλέγουν να ενταχθούν σε μεγαλύτερα σχήματα ως συνεργάτες, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
«Ένα μεγάλο γραφείο μπορεί να τους παράσχει γραμματειακή υποστήριξη ή/και να αναλάβει τις εισπράξεις, μειώνοντας έτσι το κόστος τους», επισημαίνει ο κ. Γ. Καμπούρογλου, τονίζοντας, παράλληλα, τα οφέλη και για το γραφείο που τους υποδέχεται: «Εμάς μας βοήθησε το γεγονός ότι ήρθαν φέτος καινούργιοι συνεργάτες, με κάποια σημαντική παραγωγή, γιατί καταφέραμε έτσι να κρατήσουμε την παραγωγή μας στα ίδια επίπεδα με πέρυσι. Παράλληλα, και εμείς και εκείνοι μπορούμε μαζί να αντιμετωπίσουμε πιο καλά τα γενικά έξοδα».
Εξίσου δύσκολα είναι τα πράγματα και για εκείνους με αποκλειστικές συνεργασίες, ειδικά αν οι εταιρείες τους ακολουθούν αυστηρή πολιτική, ενώ δεν λείπουν τα προβλήματα και σε πολλά μεγάλα γραφεία, το ενδεχόμενο κλείσιμο των οποίων κανείς δεν ξέρει τι πλήγμα θα επιφέρει στην εικόνα του θεσμού στα μάτια του καταναλωτή.
Σκληρός ο ανταγωνισμός
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο ανταγωνισμός μεταξύ τους γίνεται όλο και πιο σκληρός, ακόμα και αθέμιτος. «Πληθαίνουν οι περιπτώσεις, όπου ο ένας προσπαθεί να αρπάξει τον πελάτη του άλλου», επισημαίνει ο κ. Π. Κανελάκης, ο οποίος φοβάται ότι αυτού του είδους τα φαινόμενα στο επόμενο διάστημα θα πάρουν τη μορφή κανιβαλισμού. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Δ. Παπαθανασόπουλος εκτιμά ότι όποια αύξηση παραγωγής υπάρξει για κάποια γραφεία μέσα στο 2012, μόνο κατά 5% θα αφορά νέες εργασίες, ενώ κατά 95% θα προέρχεται από τον ανταγωνισμό: «Μέχρι τώρα ο καθένας ήξερε τα χωράφια του άλλου και τα σεβόταν. Όταν πήγαινες σε κάποιον υποψήφιο πελάτη και σου έλεγε ότι κάποιος άλλος του έχει κάνει προσφορά, έφευγες. Τώρα, οι περισσότεροι επιμένουν. Αυτό δείχνει την απελπισία που υπάρχει», επισημαίνει.
Απευθείας …στο αυτοκίνητο
Εκείνο που τους προβληματίζει ακόμα περισσότερο είναι ότι δεν υπάρχει όραμα και προοπτική από μέρους των εταιρειών. «Η αγορά και ο κόσμος της θέλει νέα προϊόντα, ευέλικτα, προσιτά, προσαρμοσμένα στις ανάγκες του σήμερα», μας λέει η κα Γ. Βακάλη. Αντίθετα, εκείνο που διαπιστώνουν οι περισσότεροι είναι ότι οι εταιρείες εστιάζουν μόνο στην είσπραξη και στο αυτοκίνητο, για να καλύψουν τις όποιες απώλειες από τους άλλους κλάδους, και δεν βλέπουν μακροπρόθεσμα.
«Ταλαντεύεται η αξιοπιστία μιας εταιρείας, όταν δίνει το ίδιο προϊόν με δύο διαφορετικές τιμές», επισημαίνει ο κ. Γ. Καμπούρογλου, αναφερόμενος στις απευθείας πωλήσεις, τα αποτελέσματα των οποίων θεωρεί ότι είναι θετικά μόνο εξαιτίας της μείωσης του συντελεστή ζημιών, αφού λόγω κρίσης ο κόσμος αποφεύγει να κινεί τα οχήματά του.
Αρκετοί είναι εκείνοι που τονίζουν τα προβλήματα εξυπηρέτησης που αντιμετωπίζει ο ασφαλισμένος που θα επιλέξει να αγοράσει ηλεκτρονικά την ασφάλισή του και αναφέρονται σε παραδείγματα πελατών τους που επέλεξαν να ασφαλιστούν ηλεκτρονικά, αλλά σύντομα επέστρεψαν, γιατί δεν είχαν την εξυπηρέτηση στην οποία είχαν συνηθίσει.
Εκείνο που προβληματίζει ιδιαίτερα και τους επαγγελματίες της Θεσσαλονίκης είναι το χαμηλό ασφάλιστρο. Για τις ξένες εταιρείες, ο κ. Γρ. Τσιμπιρίδης εκτιμά ότι μπορούν ακόμα να δουλεύουν με πτωχευτικό, στην ουσία, ασφάλιστρο και μόνο με αυτοκίνητο –τουλάχιστον μέχρι να πετύχουν τη συγκέντρωση παραγωγής που θέλουν–, αλλά για τις ελληνικές αναρωτιέται πώς θα τα βγάλουν πέρα.
Bancassurance: όχι πάντα φθηνότερο ούτε καλύτερο
Όσον αφορά το bancassurance, παρατηρούν μία αύξηση της δραστηριότητας των τραπεζών σ’ αυτό τον τομέα, αφού «δεν κινείται τίποτε άλλο». Εκείνο που διαπιστώνουν, όμως, είναι ότι οι περισσότεροι τραπεζικοί δεν γνωρίζουν καλά το ασφαλιστικό κομμάτι και δεν ενδιαφέρονται να το μάθουν, με αποτέλεσμα πολλοί πελάτες να είναι δυσαρεστημένοι, ειδικά εφόσον λείπει και το after sales service. Παράλληλα, επισημαίνουν τα συχνά φαινόμενα εξαναγκασμού των πελατών από τις τράπεζες να πάρουν το προϊόντα που τους προσφέρουν, ακόμα κι αν έχουν βρει στην αγορά αντίστοιχο προϊόν, πιο φθηνό και με περισσότερες καλύψεις.
«Το κακό είναι ότι οι δυσαρεστημένοι με το bancassurance ή την απευθείας πώληση πελάτες δυσαρεστούνται με το θεσμό της ασφάλισης στο σύνολό του», επισημαίνει ο κ. Δ. Παπαθανασόπουλος.
Οι περισσότεροι φαίνεται να έχουν αποδεχτεί τη συνύπαρξη με τα εναλλακτικά δίκτυα. Ωστόσο, εκείνο που ζητούν είναι να λειτουργούν με τους κανόνες που ισχύουν για όλους. Από κει και πέρα δεν φαίνεται να τα αντιμετωπίζουν ως απειλή. Ο κ. Γ. Κόπτσης εκτιμά ότι θα πάρουν ένα μερίδιο αγοράς 5%-30%, αλλά το υπόλοιπο τμήμα των πελατών ανήκει στα παραδοσιακά δίκτυα και, κυρίως, στους σωστούς επαγγελματίες.
Οι επαγγελματίες της Θεσσαλονίκης, πάντως, δεν υποτιμούν τη δύναμη και τη δυναμική των εναλλακτικών δικτύων: «Η έννοια “σταθερή αξία μέσα στο χρόνο” έχει οδηγήσει σε μαρασμό χιλιάδες διεθνείς επιχειρήσεις, γι’ αυτό πρέπει να σκεφτούμε τι μας κάνει διαφορετικούς από τα εναλλακτικά δίκτυα και να επενδύσουμε παραπάνω σε αυτά τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά μας», τονίζει ο κ. Χρ. Πάπογλου.
Οι νομοθετικές αλλαγές
Ενδιαφέρον, όμως, έχουν και οι τοποθετήσεις τους για τις νομοθετικές αλλαγές που γενικότερα προωθούνται στον ασφαλιστικό χώρο και που τους αφορούν, άμεσα ή έμμεσα.
Για το θέμα της διαδικασίας του διακανονισμού των ζημιών στον κλάδο αυτοκινήτου πολλοί πιστεύουν ότι δημιουργείται μια απίστευτη γραφειοκρατία, εις βάρος των ίδιων, όσων εταιρειών δούλευαν σωστά και εις βάρος, εν τέλει, των ασφαλισμένων. Για κάποιους τα πράγματα είναι απλά: «Αντί να διενεργείται έλεγχος στα αποθεματικά, να ελέγχεται αν αποζημιώνονται οι πελάτες. Αν εντοπίζονται λάθη, παραλείψεις ή καθυστερήσεις να επιβάλλονται πρόστιμα», προτείνει ο κ. Γ. Ατματζίδης.
Ενδιαφέρον έχει το ερώτημα που θέτει ο κ. Γ. Κόπτσης, για το πώς θα μπουν νέοι άνθρωποι στο χώρο, όταν στο ζήτημα των δόκιμων ασφαλιστικών συμβούλων και των συντονιστών αποκλείεται η διαμεσολάβηση (σύμφωνα με την πρόσφατη απόφαση της ΔΕΙΑ, οι δόκιμοι μπορούν να κάνουν πρακτική, και μάλιστα έμμισθη, μόνο στις εταιρείες, ενώ Συντονιστής προβλέπεται μόνο στις εταιρείες).
Όλοι αναγνωρίζουν τη σημασία της εκπαίδευσης και της πιστοποίησης στη δουλειά τους, όμως, θεωρούν ότι από εξίσου αυστηρή εκπαίδευση θα πρέπει να περνούν και οι ασφαλιστικοί υπάλληλοι, ανεξάρτητα αν θα ασχοληθούν με την πώληση, κι αυτό για να μάθουν πώς λειτουργεί η αγορά στην οποία καλούνται να εργαστούν και να υπηρετήσουν. Πολλοί, μάλιστα, θεωρούν ότι μια εξάμηνη πρακτική εξάσκηση πάνω στη δουλειά του ασφαλιστή θα βοηθούσε πολλούς ασφαλιστικούς υπαλλήλους να ξεφύγουν από αγκυλώσεις, που δυσκολεύουν τη δουλειά του διαμεσολαβητή και κάνουν δύσκολη τη ζωή του ασφαλισμένου.
Εκείνο που διαπιστώνουν οι περισσότεροι –και αφορά γενικότερα την ελληνική κοινωνία– είναι ότι παρόλο που η πρόθεση μπορεί να είναι καλή, οι άνθρωποι που νομοθετούν, πολύ συχνά, λίγη σχέση έχουν με την πραγματικότητα του ασφαλιστικού επαγγέλματος και αυτό, αντί να λύνει τα προβλήματα, δημιουργεί κι άλλα. Καθώς μάλιστα οι νομοθετικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, αναγκαία, περισσότερο από ποτέ, κρίνεται και η κωδικοποίησης της νομοθεσίας (όχι μόνο της ασφαλιστικής).
Συνεργασία vs εγωισμών
Καθώς ο …κλοιός μοιάζει να σφίγγει ασφυκτικά γύρω από τη διαμεσολάβηση, μπορεί άραγε η λύση να βρίσκεται στις συνεργασίες; Στη Θεσσαλονίκη τέτοια εγχειρήματα μετράνε αρκετά χρόνια, με τα περισσότερα να έχουν τη μορφή προσχώρησης συνεργατών σε μεγαλύτερα σχήματα ή συνενώσεις ειδικού σκοπού, συνήθως για την επίτευξη καλύτερης προμήθειας. Για κάποιους το εγχείρημα ήταν πετυχημένο, για κάποιους άλλους όχι. Εκείνο που όλοι αναγνωρίζουν είναι ότι πρόκειται για κάτι πολύ δύσκολο, αφού προσκρούει στον εγωισμό που μας διακρίνει ως λαό, αλλά που μπορεί να δώσει ιδιαίτερη δυναμική στο χώρο των διαμεσολαβητών. Άλλωστε, όπως επισημαίνει ο κ. Χρ. Πάπογλου: «Οι καλοί ασφαλιστικοί σύμβουλοι δεν είναι απαραίτητα και καλοί επιχειρηματίες».
Ο κ. Γ. Κόπτσης, που ηγείται ενός τέτοιου σχήματος, συνοψίζει τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν: «Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν ισχυρά σχήματα (όχι μόνο σε μεγέθη, αλλά κυρίως σε οργάνωση και προοπτική) για δύο λόγους: πρώτον, γιατί ο ανταγωνισμός κάνει καλό και, δεύτερον, γιατί μόνο τότε η ασφαλιστική βιομηχανία θα αναγνωρίσει αυτές τις μονάδες ως “άξιο” συνομιλητή τους».
Καθώς η κατάσταση θα δυσκολέψει κι άλλο, και για τους διαμεσολαβητές και για τις εταιρείες, εξίσου επιτακτική κρίνεται και η καλύτερη συνεργασία μεταξύ τους, για τη βελτίωση των υπηρεσιών, της εξυπηρέτησης, της ενημέρωσης, της εκπαίδευσης, της υποστήριξης. Κάποιοι θεωρούν ότι υπάρχει κινητικότητα προς αυτή την κατεύθυνση, κάποιοι άλλοι ότι πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά.
Όλοι είναι απαραίτητοι
Με τη χώρα να διέρχεται την πιο σοβαρή και βαθιά οικονομική και δημοσιονομική κρίση των τελευταίων 100 χρόνων, οι όποιοι κραδασμοί βίωνε η ασφαλιστική αγορά της Θεσσαλονίκης τα προηγούμενα χρόνια έχουν μετατραπεί σε …σεισμικές δονήσεις. Δονήσεις, που ενισχύονται από τις αλλαγές που προωθούνται στον ασφαλιστικό κλάδο από τη ΔΕΙΑ και την ΕΕ, και την αυστηρότερη εισπρακτική πολιτική των εταιρειών.
Πόσοι θα καταφέρουν να μείνουν όρθιοι, αλώβητοι ή έστω με απώλειες, και πόσοι θα κατακρημνιστούν;
Δεν ξέρουμε αν οι απόψεις των Μεσιτών και των Πρακτόρων, όπως εκτέθηκαν παραπάνω, απαντούν αυτό το ερώτημα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι όλοι είναι απαραίτητοι στην τιτάνια προσπάθεια που πρέπει να διεξαχθεί και όλοι δείχνουν να είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν για το επάγγελμα που επέλεξαν να υπηρετήσουν. Αυτό από μόνο του γεννά την ελπίδα που όλοι χρειαζόμαστε για να προχωρήσουμε.
Η γνώμη ενός μη ασφαλιστή
O κ. Χρήστος Γκλαβόπουλος δεν είναι ασφαλιστής, η σχέση του, όμως, με την ασφαλιστική αγορά είναι άμεση. Ως πραγματογνώμων, είναι γνώστης της αγοράς και έχει άποψη. Ως ασφαλισμένος ο ίδιος, έχει και λόγο.
Η κατάσταση εκτιμά ότι είναι δύσκολη για τους περισσότερους, αλλά, αν βρισκόταν μπροστά στο δίλημμα, θα επέλεγε να μη φάει, παρά να διακόψει το συμβόλαιο Ζωής ή Υγείας.
Στον ασφαλιστικό χώρο βλέπει μείωση των εταιρειών, το επόμενο διάστημα, και ακόμα μεγαλύτερη μείωση στις τάξεις των διαμεσολαβητών. «Οι σοβαροί, όμως, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν και μάλιστα θα έχουν τη δυνατότητα και τις αξιώσεις να συνεργαστούν και με εταιρείες του εξωτερικού, για
να προσφέρουν υπηρεσίες στους πελάτες τους», επισημαίνει.
Αναφορικά με τις αλλαγές που προωθούνται από την ΤτΕ, δεν συμφωνεί ότι δημιουργούν γραφειοκρατία αντίθετα, υποστηρίζει ότι «πρέπει να γίνουν, αν θέλουμε οι εταιρείες και οι διαμεσολαβητές να λειτουργούν σωστά, να μην ταλαιπωρούνται οι ασφαλισμένοι και να αποφύγουμε φαινόμενα όπως της Ασπίδας» Πιστεύει, μάλιστα, ότι οι επαγγελματίες του χώρου που ήδη δουλεύουν με σωστές διαδικασίες και έχουν υποδομή δεν θα δυσκολευτούν ιδιαίτερα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αγορά του αυτοκινήτου κατακρημνίζεται και οι απευθείας πωλήσεις μπορεί να είναι καλή σαν ιδέα, αλλά στην πράξη δεν θα περπατήσει. «Όχι μόνο γιατί όταν συμβεί η ζημιά ο πελάτης χρειάζεται κάποιον, για να τον βοηθήσει και να τον καθοδηγήσει, αλλά και γιατί ο ασφαλισμένος δεν μπορεί να ξέρει το σύνολο των αναγκών του. Στην ηλεκτρονική φόρμα θα σημειώσει ένα, δύο, δέκα πράγματα. Τα υπόλοιπα θα τα ανακαλύψει, όταν συμβεί η ζημιά και θα χρειαστεί την κάλυψη, οπότε και θα φανεί η ένδεια αυτού που αγόρασε».
Ο ίδιος ως πραγματογνώμων εκτελεί συμβόλαια και όχι υποσχέσεις ασφαλιστών, γι’ αυτό προτρέπει τους επαγγελματίες του χώρου, αν θέλουν οι πελάτες τους να μένουν ικανοποιημένοι, να γνωρίζουν πολύ καλά τα συμβόλαια, τους όρους, τις εξαιρέσεις και να τους πληροφορούν σωστά για τα δικαιώματά τους.
Εξίσου σημαντική, στη σωστή εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου, θεωρεί και τη συμβολή των ανθρώπων που εργάζονται στα διάφορα τμήματα των εταιρειών, και ειδικά στα τμήματα ζημιών σκαι αποζημιώσεων.
Πιστεύει, όμως, ότι θα πρέπει πιο συχνά να αξιοποιούν τη δυνατότητα αποφάσεων και πρωτοβουλιών που έχουν, έτσι ώστε να μην ταλαιπωρούν ούτε τους διαμεσολαβητές ούτε τους ασφαλισμένους.
Αναδημοσίευση από το Ασφαλιστική Αγορά